Η συχνότητα εμφάνισής της είναι μικρή, όταν όμως εμφανιστεί, μπορεί να μετατραπεί σε εφιάλτη για τον πάσχοντα και πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα. Ο λόγος για την πρωκτική στένωση, τη στένωση του πρωκτικού καναλιού, που δυσκολεύει τη δίοδο των κοπράνων και συνήθως προκύπτει μετά από μια χειρουργική επέμβαση, με συχνότερη την αιμορροϊδεκτομή ή σχετίζεται με τη νόσο του Crohn και κακοήθεια.
Συμπτώματα και αιτίες
Η πρωκτική στένωση, που εμφανίζεται εξαιτίας του σχηματισμού ουλώδους ιστού στην περιοχή, μπορεί να επιδεινώσει σημαντικά την ποιότητα ζωής του ατόμου. Εκδηλώνεται με δυσκοιλιότητα, επώδυνες κενώσεις του εντέρου, εμφάνιση λεπτών κοπράνων, ενδείξεις αιμορραγίας από τον πρωκτό και ακράτεια του πρωκτικού σφιγκτήρα. Κάποιες φορές πάντως μπορεί ένα άτομο να πάσχει από πρωκτική στένωση, χωρίς αυτή να είναι ενεργή.
Το συχνότερο αίτιο για την πρωκτική στένωση είναι μια χειρουργική επέμβαση που έχει προηγηθεί στην περιοχή του ορθού και του πρωκτού. Συνήθως η χειρουργική αυτή επέμβαση είναι η αιμορροϊδεκτομή, όμως μπορεί να έχει προηγηθεί επίσης μια εκτομή κονδυλωμάτων πρωκτού ή δυσπλασιών του πρωκτού, μια επέμβαση για ραγάδα πρωκτού ή αλλεπάλληλες επεμβάσεις με στόχο την αποκατάσταση περιεδρικών συριγγίων.
Επίσης η πρωκτική στένωση ενδέχεται να είναι συνέπεια τραυμάτων στην περιοχή του πρωκτού, φλεγμονωδών νόσων του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα, καρκίνου του πρωκτού και του ορθού, αφροδίσιων νοσημάτων, όπως η γονόρροια και το AIDS, φυματίωσης, χρόνιας κατάχρησης καθαρτικών, σκληροδέρματος, σοβαρής λοίμωξης του αίματος (σηψαιμίας), διαταραχής ή φλεγμονής του παχέος και του λεπτού εντέρου ή ακόμα και συγγενούς ανωμαλίας στην περιοχή.
Για να διαγνωσθεί η πρωκτική στένωση ο πρωκτολόγος θα χρειαστεί ένα αναλυτικό ιστορικό του ασθενούς, ώστε να διαπιστωθούν προηγούμενες επεμβάσεις, τυχόν λήψη φαρμάκων ή τραυματισμοί και θα προχωρήσει σε κλινική εξέταση, η οποία προβλέπει την επισκόπηση του πρωκτού και της περιπρωκτικής περιοχής, τη δακτυλική εξέταση και την πρωκτοσκόπηση. Στις σοβαρότερες περιπτώσεις αυτές οι τελευταίες εξετάσεις μπορεί να μην είναι δυνατό να γίνουν. Μια σημαντική μέθοδος για την ολοκλήρωση της διάγνωσης της πρωκτικής στένωσης είναι η μανομετρία, που ελέγχει τον μυϊκό τόνο των σφιγκτήρων.
Πώς θεραπεύεται η πρωκτική στένωση
Στις ήπιες περιπτώσεις πρωκτικής στένωσης η αντιμετώπιση είναι συντηρητική. Χορηγούνται υπακτικά και καθαρτικά φάρμακα, ενώ η διατροφή εμπλουτίζεται με φυτικές ίνες. Έτσι ο ασθενής καταφέρνει να αντιμετωπίσει μόνος του τη στένωση, διατηρώντας μαλακή τη σύσταση των κοπράνων του.
Στις σοβαρότερες όμως περιπτώσεις, οπότε τα συμπτώματα επιμένουν παρά τη φαρμακευτική αγωγή, προκρίνεται η χειρουργική οδός και συγκεκριμένα η πρωκτοπλαστική. Κατά την επέμβαση αυτή ανακατασκευάζεται ο πρωκτικός σωλήνας. Μάλιστα, μεταφέρεται δέρμα από άλλες περιοχές και συρράπτεται στους ιστούς του πρωκτού, ώστε να διευρυνθεί το πρωκτικό κανάλι. Η πρωκτοπλαστική δεν ενδείκνυται στις περιπτώσεις που η πρωκτική στένωση σχετίζεται με τη νόσο του Crohn.
Μετεγχειρητικά ο ασθενής θα πρέπει να πίνει πολύ νερό και να αυξήσει τις ποσότητες των φυτικών ινών που καταναλώνει, δεν πρέπει να σηκώνει βάρη, πρέπει να αποφεύγει για κάποιο διάστημα την καθιστική στάση και δεν πρέπει να κάνει κινήσεις που ερεθίζουν την πρωκτική περιοχή, όπως είναι για παράδειγμα το τρίψιμο με σφουγγάρι κατά τη διάρκεια του μπάνιου.
Με δεδομένη τη σοβαρότητα της πάθησης η επιλογή εξειδικευμένου χειρουργού-πρωκτολόγου για τη χειρουργική θεραπεία της πρωκτικής στένωσης είναι καταλυτικής σημασίας για το αποτέλεσμα και την ανακούφιση του ασθενούς.